Την Τετάρτη 17 Μαΐου 2017 και ώρα 18:00 στην αίθουσα Πολυμέσων του ΙΑΚΑ, η Δάφνη Λάππα (μεταδιδακτορική ερευνήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης) θα μιλήσει με θέμα Διαφορετικές εκδοχές του ελληνορθόδοξου κόσμου: Βενετοί και Οθωμανοί υπήκοοι στην πόλη της Κέρκυρας (18ος - αρχές 19ου αιώνα).
Η Δάφνη Λάππα είναι μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιστρέφονται γύρω από τις θρησκευτικές κοινότητες και ταυτότητες της Ανατολικής Μεσογείου. Ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, όπου μελέτησε τη θρησκευτική μεταστροφή εβραίων και μουσουλμάνων προς το χριστιανισμό στη Βενετία και τη βενετική Κέρκυρα (17ος-18ος αιώνας). Σχεδίασε και υλοποίησε ένα ψηφιακό ερευνητικό πρόγραμμα για την πόλη της Λευκωσίας (τέλη 19ου αιώνα-1974), για το οποίο έλαβε υποτροφία από το Institute for Religion, Culture and Public Life του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Στη συνέχεια έλαβε μεταδιδακτορική υποτροφία από το Εργαστήρι Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πολυτεχνείου της Λωζάνης. Το καινούριο της ερευνητικό πρόγραμμα εστιάζει στην τοπικότητα των θρησκευτικών ταυτοτήτων με επίκεντρο την πόλη της Κέρκυρας (18ος αιώνας-αρχές 19ου αιώνα) αλλά και στη διαδικασία ομολογιοποίησης της ελληνορθόδοξης εκκλησίας. Την έρευνα αυτή υλοποιεί με τη στήριξη του Κέντρου Έρευνας για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες. Παράλληλα, σε συνεργασία με τη Συναγωγή Ετζ Χαγίμ των Χανίων, συμμετέχει σε έρευνα για τις εβραϊκές κοινότητες της Κρήτης (τέλη 19ου αιώνα-1944).
Τι σήμαινε να είναι κανείς ελληνορθόδοξος (ρωμαίος ανατολικός, γραικός, greco) τον 18ο αιώνα; Πρόκειται για μια συμπαγή και ενιαία ιδιότητα για όλους τους ελληνορθόδοξους πληθυσμούς; Ή ήταν μια ιδιότητα που μπορούσε να πάρει διαφορετικές, τοπικές μορφές;
Για παράδειγμα, οι οθωμανοί ορθόδοξοι που έφταναν στην Κέρκυρα, μιλούσαν ελληνικά, φορούσαν τα οθωμανικά τους ρούχα, και αναγνώριζαν ως επικεφαλής της θρησκευτικής τους κοινότητας τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, πώς έβλεπαν τους κερκυραίους αστούς ελληνορθοδόξους, με τα ευρωπαϊκά ρούχα και τις περούκες τους, που μιλούσαν ελληνικά με έντονες ιταλικές επιδράσεις ή ιταλικά, ζούσαν σε ένα δυτικό αστικό περιβάλλον, ενώ επικεφαλής της κοινότητάς τους ήταν ο Μεγάλος Πρωτοπαπάς, ένας εκκλησιαστικός αξιωματούχος που τυπικά υπαγόταν μόνο στην τοπική βενετική διοίκηση; Αυτοί οι δύο τύποι δεν αντιπροσώπευαν δύο διαφορετικές εκδοχές του ελληνορθόδοξου κόσμου;
Γύρω από αυτά τα ερωτήματα θα περιστραφεί η παρουσίασή μας, εστιάζοντας στο παράδειγμα της πόλης της Κέρκυρας. Θα προσεγγίσουμε το τοπικό «θρησκευτικό ιδίωμα» που συνδύαζε στοιχεία της ανατολικής και λατινικής εκκλησίας μέσα από την έννοια της «θρησκευτικότητας της μεθορίου», και θα το συγκρίνουμε με την οθωμανική ελληνορθόξη θρησκευτικότητα, υποστηρίζοντας ότι υπήρχαν περισσότεροι από ένας τρόποι να είναι κανείς ελληνορθόδοξος κατά την πρώιμη νεωτερικότητα.